Δευτέρα 1 Ιουνίου 2009

Παρασκευή απόγευμα. Δεν είχε διάθεση να κάνει οτιδήποτε. Ένιωθε μια μελαγχολία με το πέρας της χθεσινής βραδιάς. Όλα ήταν τόσο συναρπαστικά χθες και όλα τόσο αδιάφορα σήμερα. Την ένταση, το ρυθμό, τις μελωδίες, τα φώτα και το άγχος που διοχετεύονταν σε ενέργεια, διαδέχτηκε η ανιαρή καθημερινότητα...και από αυτήν…από αυτήν του έμεινε μόνο η εικόνα της, να στοιχειώνει τις σκέψεις του.
Ξάπλωσε στον καναπέ σε εμβρυακή στάση και προσπάθησε να κοιμηθεί για να μη σκέφτεται. Έκλεισε τα μάτια του όμως οι σκηνές στις οποίες πρωταγωνιστούσε και αυτή, κάνανε την εμφάνιση τους ξανά και ξανά….“Ok, θα παίξω” σκέφτηκε και βάλθηκε αυτή τη φορά ότι κάνει, να το κάνει με το σωστό τρόπο. Δεν θα τον έπιανε απροετοίμαστο, δεν θα έχανε τα λόγια του και προπάντων δεν θα κοκκίνιζε. Θα έλεγε τα σωστά λόγια τη κατάλληλη στιγμή και τουλάχιστον τότε θα μπορούσε να πει ότι είχε δοκιμάσει. Να σου κάνω ένα κομπλιμέντο;”, Θα κοκκινίσω;” …όχι, όχι, όχι σίγουρα αυτή ήταν η λάθος απάντηση. Κάτι άλλο έπρεπε να ειπωθεί, κάτι χμμμ πιο τολμηρό χωρίς όμως να γίνει σαχλός. Ίσως και ένα απλό Για πες;!;να έκανε τη δουλειά του. Το τι θα του έλεγε και το τι θα απαντούσε αυτός μετά, είναι μια άλλη υπόθεση. Θα μπορούσε κάλλιστα να ανταποδώσει τον έπαινο, πράγμα καθόλου δύσκολο, όταν έχεις απέναντι σου μια όμορφη και ταλαντούχα γυναίκα. Αλλά όχι, έπρεπε να δώσει αυτή την ηλίθια απάντηση, να παγώσει την ατμόσφαιρα και να μην ειπωθεί τίποτα στη τελική. Του ήταν δύσκολο να αναπλάσει αυτή τη σκηνή, με τόσο λίγες σταθερές, τόσες πολλές μεταβλητές, όλα ήταν πιθανά και όλα απίθανα…. Άνοιξε τα μάτια του και έπιασε τον εαυτό του να στραβομουτσουνιάζει. “Πφφφ ούτε και με το παιχνίδι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα μου δεν μπορώ να βγάλω άκρη…” σκέφτηκε και έβγαλε από μέσα του μια μεγάλη δόση αέρα, δίνοντας σου την εντύπωση ότι με αυτό το ξεφύσημα έδιωχνε μαζί και οτιδήποτε τον βάραινε εκείνη τη στιγμή.
Στριφογύρισε λιγάκι στον καναπέ ώσπου να βολευτεί και για ακόμη μια φορά έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να χαλαρώσει. Βρέθηκε στο μαγαζί, που είχε πάει με το πέρας της συναυλίας. Όλα ήταν όπως εκείνο το βράδυ, αυτός να κάθεται σε ένα τραπέζι με τους Κ και Ν και αυτή να βρίσκεται εκεί σε απόσταση αναπνοής στο διπλανό τραπέζι…Προσπαθούσε να συμμετέχει στη συζήτηση αλλά δεν μπορούσε, η παρουσία της του αποσπούσε συνεχώς τη προσοχή. Με κλεφτές ματιές τη θαύμαζε…τόσο όμορφη και στεκόταν εκεί δίπλα του. Προσπαθούσε να απορροφήσει όσα περισσότερα γινόταν από την εικόνα της. Το μακρύ της λαιμό, το καλοσχηματισμένο σώμα της, το όμορφο της πρόσωπο, το γοητευτικό της χαμόγελο και εκείνα τα λαμπερά και διαπεραστικά μάτια, που σε κοιτούσαν και χανόσουν…πολύ σωστά, παρελθοντικός χρόνος, γιατί τώρα όσο και να τα χάζευε σημασία δεν του δίνανε.
Προσπάθησε να τη βγάλει από το μυαλό του και επιτέλους να μπορέσει να παρακολουθήσει τη συζήτηση της παρέας του, στη σκέψη του όμως είχε ριζώσει για τα καλά η εικόνα της και η ανάγκη να την ανανεώνει συνεχώς μεγάλωνε όλο και περισσότερο μέσα του, μ’ αποτέλεσμα τρεις και λίγο, με αφορμή ότι επεξεργάζεται το χώρο, να τις ρίχνει κλεφτές ματιές και να ευφραίνει τους οφθαλμούς του. Πλησίαζε η ώρα να φύγει και δεν είχαν ανταλλάξει κουβέντα Είχε αρχίσει να απογοητεύεται από το πώς έτεινε να λήξει η βραδιά του, μα προπάντων από τον εαυτό του, που για ακόμη μια φορά, το τελευταίο διάστημα, δεν είχε βρει το θάρρος να κάνει το πρώτο βήμα…είχε όμως μια καλή δικαιολογία περί τούτου, μιας και στο τραπέζι δεν ήταν μόνη της αλλά με παρέα…αντρική! Ποτέ δεν του άρεσε να μπλέκει στα “χωράφια” τρίτων, όπως ακριβώς δεν γούσταρε να μπλέκουν και στα δικά του, όχι ότι αυτό που έβλεπε υποδήλωνε κάτι ερωτικό μεταξύ τους, αλλά respect. Όταν κάποια συνοδεύεται, συνοδεύεται, τέλος. Αν δεν σου δώσει το έναυσμα για το κάτι παραπάνω, κάθεσαι στα αυγά σου και δεν κουνάς ρούπι. Και τότε έγινε το εντελώς αναπάντεχο. Τον πλησίασε χαμογελώντας και τείνοντας του ένα cd την άκουσε να του λέει Θα μου το υπογράψεις;. Δεν το περίμενε και έμεινε να τη κοιτάει για λίγο σαν χάνος. Η πρώτη κουβέντα που ξεστόμισε ήταν Πλάκα μου κάνεις… (…ok, ok μπορεί να ήταν και “Πλάκα με κάνεις…”, δεν παίρνω και όρκο) για να λάβει ως απάντηση “Καθόλου, σοβαρά μιλάω”. Βραχυκύκλωσε…ψέλλισε κάτι σαν “Δεν έχω στυλό και ορισμένες άλλες αηδίες και το θέμα έκλεισε εκεί.

CUUUT!!! Μα τι μπούφος, Θεέ μου!
Πάμε πάλι από τη αρχή…

Θα μου το υπογράψεις;
Πλάκα μου κάνεις…
Καθόλου, σοβαρά μιλάω
Ok…αν και νιώθω λίγο άβολα, θα σου το κάνω το χατίρι…δεν έχω στυλό όμως… μισό να ζητήσω από τον barman.

Την άφησε για λίγο, πήγε στο bar και ζήτησε ένα στυλό. Άνοιξε το εξώφυλλο και στο εσωτερικό του έγραψε το τηλέφωνο του. Της επέστρεψε το cd και της έκλεισε το μάτι.. CUUUT!!! Όχι, όχι, όχι δεν θα ήταν ο εαυτός του αν έκανε κάτι τέτοιο. Όλοι ξέρουμε πως κατά βάθος είναι ένας ρομαντικός φλώρος, που αν ήταν στα φόρτε του εκείνη τη βραδιά και ήταν ετοιμόλογος θα έκανε κάτι μεν επιθετικό, αλλά σε πιο light μορφή, κάτι πιο συγκαλυμμένο. Κάτι που δεν θα την πίεζε τόσο και που θα της έδινε τον έλεγχο για το αν θα τον άφηνε να προχωρήσει παρακάτω ή όχι . Χμμμ…άντε πάμε πάλι.

Θα μου το υπογράψεις;
Πλάκα μου κάνεις…
Καθόλου, σοβαρά μιλάω
Ok…αν νιώθω λίγο άβολα, θα σου το κάνω το χατίρι …δεν έχω στυλό όμως… μισό να ζητήσω από τον barman.

Την άφησε για λίγο, πήγε στο bar και ζήτησε ένα στυλό. Άνοιξε το εξώφυλλο, σκέφτηκε λιγάκι και σημείωσε κάτι στο εσωτερικό του. Το έκλεισε και της το επέστρεψε. Αυτή το πήρε και έκανε τη κίνηση να το ανοίξει…το ήξερε ότι κάτι τέτοιο θα γινόταν. Κοκκίνισε και μόνο με τη σκέψη ότι θα το διάβαζε, ήταν όμως αργά, ότι είχε γίνει, είχε γίνει. Το άνοιξε και τα μάτια της έτρεξαν πάνω στα γράμματα που είχε γράψει: .........(Βάλε μια έξυπνη ατάκα) Έκλεισε το κουτί, τον κοίταξε στα μάτια και του χαμογέλασε. CUUUT! That’s more like it!
Η απάντηση δεν έχει καμία σημασία. Αυτό που μετράει είναι ότι έκανε τη κίνηση του. Άνοιξε τα μάτια του, ξάπλωσε ανάσκελα σταυρώνοντας τα χέρια του πίσω από το κεφάλι του, ευχαριστημένος με τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας και ένα χαμόγελο ευδαιμονίας χαραγμένο στο πρόσωπο του. Τελικά ήταν καλός στην ανάπλαση των παθημάτων του, έπρεπε να το παραδεχτεί. Όλα καλά!!!
…Το μόνο που έμενε τώρα, ήταν να ανακαλύψει τη μηχανή του χρόνου, για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους…μπουμπούνα, ε μπουμπούνα!